- τἀγαθόν
- ἀγαθόν , ἀγαθόςgoodmasc acc sgἀγαθόν , ἀγαθόςgoodneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
επιστρέφω — (AM ἐπιστρέφω) [στρέφω] επανέρχομαι, γυρίζω πίσω («θα επιστρέψω σε μία ώρα») μσν. νεοελλ. στέλνω κάτι πίσω («επέστρεψα τα βιβλία») μσν. 1. ανταποδίδω 2. απομακρύνω, αποτρέπω από κάτι κακό 3. μεταβάλλω 4. κάνω κάποιον να αλλάξει γνώμη 5. μέσ.… … Dictionary of Greek
ισαχώς — ἰσαχῶς (Α) επίρρ. ίσα, σε ίσα μέρη, εξίσου, με ίσο αριθμό τρόπων («τἀγαθὸν ἰσαχῶς λέγεται τῷ ὄντι», Αριστοτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ἴσος + αχῶς (πρβλ. απειρ αχώς, πολλ αχώς, τετρ αχώς)] … Dictionary of Greek
χυλός — ο, ΝΜΑ φυσιολ. η λέμφος που προέρχεται από το λεπτό έντερο, μετά την πέψη, και είναι πλούσια σε σταγονίδια λίπους προερχόμενα από τα λιπίδια τής τροφής νεοελλ. 1. πολτώδες φαγητό από αλεύρι ή άλλη αμυλώδη ουσία και νερό, που παρασκευάζεται με… … Dictionary of Greek
АРИСТОТЕЛЬ — Стагирит [греч. ̓Αριστοτέλης Σταγειρίτης], философ, ученый энциклопедист. Биографические сведения Род. в 385/84 г. до Р. Х. в греч. г. Стагира на вост. побережье п ова Халкидика в семье Никомаха, врача из рода, возводимого к богу врачевания… … Православная энциклопедия